Μύθος 1: Η απώλεια μνήμης είναι φυσιολογική συνέπεια της γήρανσης.
Πραγματικότητα: Οι νοητικές λειτουργίες ενός ανθρώπου στα εβδομήντα του, λόγου χάρη, δεν είναι φυσικά ίδιες με αυτές που είχε στα τριάντα του. Τίποτα δεν ξεφεύγει από τη φθορά του χρόνου, ούτε και ο εγκέφαλός μας! Η πολύ αργή φυσιολογική φθορά όμως αντιρροπείται από τη σταδιακή μείωση των απαιτήσεων για έντονη νοητική δραστηριότητα που συμβαίνει με την έξοδο από την εργασία και τη συνταξιοδότηση. Με άλλα λόγια, αν ένα πρώην στέλεχος εταιρείας στα ογδόντα του συνειδητοποιεί με λύπη και ανησυχία ότι σήμερα δεν θα ήταν σε θέση να ανταποκριθεί νοητικά στις απαιτήσεις της δουλειάς που επιτυχημένα έκανε επί δεκαετίες, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει άνοια. Αυτό που περιμένουμε από ένα φυσιολογικό άτομο είναι να μπορεί να αντεπεξέλθει στο επίπεδο νοητικού έργου που αναμένεται με βάση την ηλικία και τη μόρφωσή του σε άτομα της ίδιας εθνικότητας, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να ζει αυτόνομα. Ένας σαραντάχρονος θα πρέπει να μπορεί να αντιμετωπίσει τις νοητικές προκλήσεις στην εργασία του, ενώ ο ίδιος τριάντα χρόνια αργότερα αρκεί να μπορεί να συγυρίσει το σπίτι του, να ψωνίσει, να πάρει τα φάρμακά του, να χρησιμοποιήσει απλές οικιακές συσκευές και τα μέσα συγκοινωνίας και να τακτοποιήσει τα οικονομικά του. Ένας απόφοιτος πανεπιστημίου αναμένεται να μπορεί να κάνει βασικές αριθμητικές πράξεις όποια και αν είναι η ηλικία του, ενώ για έναν υπέργηρο που έχει φοιτήσει σε τρεις τάξεις του δημοτικού η δυσκολία στις πράξεις μπορεί να μη θεωρηθεί παθολογική. Τέλος, ας σημειωθεί ότι κάποιοι άνθρωποι είναι πιο ευαίσθητοι στις αλλαγές που συμβαίνουν με την πάροδο του χρόνου στο σώμα τους και, συγκεκριμένα, στον εγκέφαλό τους και ανησυχούν υπερβολικά. Το σημείο-κλειδί είναι το είδος και η βαρύτητα των ελλειμμάτων σε σχέση με την ικανότητα αυτόνομης διαβίωσης. Σε κάθε περίπτωση, η αξιολόγηση είναι αντικείμενο του ειδικού.
Μύθος 2: Η άνοια προκαλεί μόνο απώλεια μνήμης· αν υπάρχει έκπτωση στο λόγο, τον προσανατολισμό, την ταχύτητα επεξεργασίας ή εκνευρισμός και αλλαγή της συμπεριφοράς τότε φταίει κάτι άλλο, ίσως ο ασθενής να έχει κάποιο ψυχιατρικό πρόβλημα.
Πραγματικότητα: Αν και τίποτε δεν αποκλείεται, η διερεύνηση του ασθενούς που για πρώτη φορά παρουσιάζει τέτοια φαινόμενα, ιδίως σε μεγάλη ηλικία, πρέπει να ξεκινά από το νευρολόγο. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το φάσμα συμπτωμάτων της άνοιας, δείτε στη σχετική ενότητα.
Μύθος 3: Η άνοια δεν προκαλεί το θάνατο.
Πραγματικότητα: Δυστυχώς, με λίγες εξαιρέσεις ανοιών που μπορούμε να θεραπεύσουμε, η άνοια θα προκαλέσει τελικά το θάνατο του ασθενούς. Αυτό συμβαίνει διότι προοδευτικά η άνοια θα προκαλέσει όχι μόνο έκπτωση της μνήμης του ασθενούς, αλλά και απώλεια της ικανότητάς του να συνεννοείται, να τρέφεται, να περπατά, να αυτοεξυπηρετείται, που τελικά θα τον περιορίσουν στο κρεβάτι, ενώ ελλοχεύει και ο κίνδυνος πτώσεων και τραυματισμών. Η συνεχής κατάκλιση, σε συνδυασμό με τα προηγούμενα προβλήματα, οδηγούν σε υποθρεψία, λοιμώξεις και πλείστες ακόμα παθολογικές επιπλοκές που συνήθως οδηγούν στο θάνατο. Το χρονικό διάστημα επιβίωσης ποικίλλει, ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για τη νόσο Alzheimer είναι συνήθως 8-10 χρόνια μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, αν και κάποιοι μπορεί να ζήσουν πολύ λιγότερο ή περισσότερο.
Μύθος 4: Μόνο οι ηλικιωμένοι παθαίνουν άνοια.
Πραγματικότητα: Όσο πιο νέος είναι ο ασθενής, τόσο σπανιότερη είναι η διάγνωση άνοιας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η πιθανότητα δεν υφίσταται. Για παράδειγμα, σε οικογένειες με κληρονομικής μορφής νόσο Alzheimer μπορεί να προσβληθούν άτομα στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους. Για περισσότερες πληροφορίες, διαβάστε την ενότητα η άνοια σε αριθμούς.
Μύθος 5: Υπάρχουν φάρμακα που θεραπεύουν την άνοια.
Πραγματικότητα: Όπως προαναφέρθηκε, αυτό δυστυχώς συμβαίνει σπάνια, σε συγκεκριμένες νόσους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, είτε δεν διαθέτουμε καθόλου φάρμακα είτε αυτά που διαθέτουμε, όπως στη νόσο Alzheimer, προσφέρουν μόνο πρόσκαιρη συμπτωματική ανακούφιση, χωρίς να τροποποιούν την εξέλιξη της νόσου.
Μύθος 6: Η σωματική και πνευματική άσκηση σε ασθενείς με διαγνωσμένη άνοια καθυστερεί την εξέλιξη της διαταραχής.
Πραγματικότητα: Σε σχεδόν όλες τις περιπτώσεις, πριν την εμφάνιση κλινικών συμπτωμάτων προηγείται μία μακρά ασυμπτωματική περίοδος (στην περίπτωση της νόσου Alzheimer ακόμη και 20 χρόνια). Οι παρεμβάσεις που στοχεύουν στην υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής σε επίπεδο διατροφής, άσκησης, πνευματικών ενδιαφερόντων και σωματικών δραστηριοτήτων φαίνεται, με βάση τα ως τώρα δεδομένα, ότι έχουν νόημα σε εκείνη τη φάση. Όταν υπάρχει σαφής επιβάρυνση του αρρώστου, οι χημικές διεργασίες στον εγκέφαλο που οδήγησαν στο θάνατο πολλών νευρικών κυττάρων με αποτέλεσμα την εμφάνιση ελλειμμάτων έχουν πλέον προχωρήσει αρκετά και δεν αναστρέφονται. Το μήνυμα, λοιπόν, είναι: ο υγιεινός τρόπος ζωής μέχρι τη μέση ηλικία «θωρακίζει» τον εγκέφαλο στα γεράματά μας! Εννοείται, βεβαίως, ότι αν και οι πνευματικές και κοινωνικές δραστηριότητες δεν αναστρέφουν την εξέλιξη της άνοιας, είναι σημαντικές για την ευεξία και την ψυχική διάθεση του πάσχοντα και δεν πρέπει να εγκαταλείπονται, στο βαθμό που είναι δυνατό.
Μύθος 7: Οι πάσχοντες από άνοια δεν καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει και, επομένως, δεν υποφέρουν.
Πραγματικότητα: Στα αρχικά στάδια, η δυσχέρεια στην επικοινωνία και την έκφραση συναισθημάτων και αναγκών δεν σημαίνει ότι αυτά δεν υφίστανται. Πρόκειται για πολύ σημαντικό λάθος που κάνουν συχνά οι φροντιστές και που δημιουργεί άγχος στον ασθενή, το οποίο, λόγω του προβλήματος επικοινωνίας, μπορεί να εκδηλωθεί ως εκνευρισμός, επιθετικότητα και άρνηση συνεργασίας. Ας έχουμε στο μυαλό μας ότι ο ασθενής ήδη είναι πιεσμένος ψυχικά, καθώς νιώθει τις νοητικές δυνάμεις του να καταρρέουν και τις ικανότητές του να φθίνουν. Φανταστείτε επίσης πόσο ψυχοφθόρο είναι για ένα άτομο με δυσκολία καταγραφής νέων πληροφοριών να μαθαίνει και να ζει ξανά και ξανά τον πόνο για την απώλεια κάποιου κοντινού προσώπου του! Εξάλλου, όσο αφορά στους ασθενείς τελικού σταδίου, το θέμα είναι αμφιλεγόμενο. Γενικά, πιστεύουμε ότι η αντίληψη από τον πάσχοντα του γεγονότος ότι νοσεί μειώνεται όσο η άνοια προχωρά. Είναι πολύ δύσκολο να κριθεί ακριβώς το επίπεδο συνείδησης των ελλειμμάτων, αν και υπάρχουν αρκετές επιστημονικές εργασίες που υποστηρίζουν ότι οι ασθενείς τελικού σταδίου βιώνουν έντονα συναισθήματα ακόμη και χωρίς την παραμικρή εξωτερική ένδειξη…
Μύθος 8: Πρέπει να διορθώνουμε έναν ανοϊκό ασθενή όποτε λέει κάτι λάθος.
Πραγματικότητα: Η συστηματική διόρθωση του ασθενούς μπορεί να οδηγήσει σε μελαγχολία, εκνευρισμό και περαιτέρω σύγχυση. Είναι προτιμότερο το θέμα να αλλάξει σε κάτι στο οποίο ο ασθενής να μπορέσει να συμμετάσχει, κάτι που είναι ουσιώδες για τη διατήρηση της κοινωνικότητάς του. Φυσικά, είναι αυτονόητο ότι ο ασθενής πρέπει να διορθωθεί αν εκφράσει κάποια σκέψη ή πρόθεση που θα μπορούσε να τον θέσει σε κίνδυνο.
Μύθος 9: Δεν υπάρχει τρόπος να προληφθεί η άνοια.
Πραγματικότητα: Δεν είναι ακριβώς έτσι. Η υγιεινή ζωή μέχρι τη μέση ηλικία, που περιλαμβάνει σωματική άσκηση, ισορροπημένη διατροφή, πολύπλευρα πνευματικά ενδιαφέροντα και κοινωνικές δραστηριότητες με παράλληλη ρύθμιση των παραγόντων που επηρεάζουν την υγεία των αιμοφόρων αγγείων (αρτηριακή πίεση, σάκχαρο και λιπίδια αίματος) και αποφυγή ανθυγιεινών συνηθειών (κάπνισμα, αλκοόλ) ελαττώνει την πιθανότητα εμφάνισης άνοιας σε μεγάλη ηλικία. Δείτε σχετικά στην ενότητα της πρόληψης.
Μύθος 10: (Γεροντική) άνοια και νόσος Alzheimer είναι το ίδιο πράγμα.
Πραγματικότητα: Καταρχήν, η διάκριση σε προγεροντικές και γεροντικές μορφές άνοιας δεν προσφέρει τίποτε και έχει πλέον εγκαταλειφθεί. Εξάλλου, όπως τονίστηκε ήδη, άνοια (στερητικό «α» + «νους») είναι η γενική διαπίστωση ότι οι νοητικές δυνάμεις του ατόμου έχουν αρχίσει να φθίνουν. Η άνοια μπορεί να οφείλεται σε πολλούς διαφορετικούς παράγοντες, με συχνότερη τη νόσο Alzheimer. Υπάρχουν όμως και πολλές περιπτώσεις που η άνοια οφείλεται σε άλλες νόσους, όπως π.χ. σε νόσο Parkinson.
Μύθος 11: Μόλις κάποιος διαγνωστεί με άνοια, είναι ανίκανος. Δεν μπορούμε να τον εμπιστευτούμε ούτε για τις απλούστερες δουλειές, ενώ πρέπει και άμεσα να σταματήσει να οδηγεί.
Πραγματικότητα: Η διάγνωση πρέπει να σηματοδοτήσει μια σειρά αλλαγών που έχουν στόχο ο ασθενής να βρίσκεται σε ένα κατά το δυνατόν προστατευμένο περιβάλλον και παράλληλα να προετοιμαστεί ο ίδιος και η οικογένεια για το μέλλον. Το ποιες πνευματικές δυνάμεις έχουν απομείνει στον ασθενή ποικίλλει ανάλογα με τη συγκεκριμένη νόσο που διαγνώστηκε και το στάδιο στο οποίο βρίσκεται ο ασθενής, ενώ υπάρχουν και σημαντικές διαφορές από άτομο σε άτομο. Αυτό σημαίνει ότι πρακτικά ο βαθμός λειτουργικής επάρκειας του ασθενούς δεν μπορεί να προβλεφθεί και είναι αντικείμενο συζήτησης των οικείων του με τον ειδικό, χωρίς συνήθως να μπορούν να δοθούν απόλυτες απαντήσεις, αλλά γενικές κατευθυντήριες γραμμές. Εξάλλου, οι φροντιστές που ζουν τον πάσχοντα καθημερινά είναι μερικές φορές σε θέση να πουν τι μπορεί να κάνει καλύτερα και από το γιατρό. Σε πρακτικό επίπεδο, η χρήση υπενθυμιστικών καρτών και απλών οδηγιών μπορεί να βοηθήσει π.χ. μια νοικοκυρά με άνοια να καταφέρει να εκτελέσει και πάλι μια συνταγή μαγειρικής, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα αίσθημα ικανοποίησης και αυξημένη αυτοπεποίθηση. ‘Οσον αφορά στο, συνήθως φλέγον, θέμα της συνέχισης οδήγησης, γνωρίζουμε ότι επηρεάζεται κυρίως σε αυτούς που έχουν μεγάλα ελλείμματα στην προσοχή, την ικανότητα εκτέλεσης σύνθετων εργασιών και την οπτική αντίληψη του χώρου. Προβλήματα στη μνήμη ή το λόγο έχουν μικρότερη σημασία. Και πάλι, η ικανότητα οδήγησης κρίνεται στην πράξη· είναι συνετό σε πρώτη φάση οι μετακινήσεις με τον ασθενή να οδηγεί να περιορίζονται σε κοντινές αποστάσεις στη διάρκεια της ημέρας και μόνο όταν δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος.
Μύθος 12: Οι ασθενείς με άνοια είναι επιθετικοί και βίαιοι.
Πραγματικότητα: Αν και μπορεί να υπάρξει επιθετικότητα, κάθε ασθενής είναι διαφορετικός, ενώ και η συμπεριφορά του ίδιου ασθενούς μπορεί να μεταβάλλεται με την πρόοδο της νόσου. Ρόλο παίζει και η προσωπικότητα του ασθενούς πριν αρρωστήσει. Η υπομονή και η προσπάθεια καλής επικοινωνίας και κατανόησης από το φροντιστή είναι πολύ χρήσιμες για τη μείωση του κινδύνου επιθετικότητας. Αξίζει να θυμόμαστε ότι, επειδή με την εξέλιξη της άνοιας μειώνεται η ικανότητα του ασθενούς να εξηγήσει αυτό που τον ενοχλεί, ενδέχεται ο εκνευρισμός να υποδηλώνει ότι κάτι του συμβαίνει. Ερευνώντας τις συνθήκες, ο φροντιστής μπορεί να καταφέρει να βρει τη γενεσιουργό αιτία και να βελτιώσει την κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση, αν αυτό δεν φέρει αποτέλεσμα, ο ειδικός μπορεί να βοηθήσει με λογική χρήση ηρεμιστικών ή αντικαταθλιπτικών σκευασμάτων.
Μύθος 13: Η λήψη φυτικών σκευασμάτων, βιταμινών και άλλων διατροφικών συμπληρωμάτων μπορεί να προλάβει την εμφάνιση άνοιας ή να καθυστερήσει την εξέλιξή της.
Πραγματικότητα: Δυστυχώς, δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Ίσως να υπάρχουν κάποια μικρά οφέλη από τη λήψη συμπληρωμάτων διατροφής σε πολύ αρχικά στάδια, κάτι που όμως παρουσιάζει πρακτική δυσκολία· όταν ένας ασθενής αναπτύξει αρκετά συμπτώματα ώστε να καταλήξει στον ειδικό νευρολόγο, συνήθως η βλάβη στον εγκέφαλό του είναι ήδη αρκετά προχωρημένη και μπορεί να έχει ξεκινήσει ακόμη και 20 χρόνια νωρίτερα… Όσον αφορά στα βότανα και τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα, είναι σαφές ότι δεν έχουν θέση στη θεραπευτική της άνοιας.