Όπως έχει ήδη αναφερθεί στην ενότητα των συμπτωμάτων και της διάγνωσης, η άνοια είναι ένα κλινικό σύνδρομο, περιγράφει δηλαδή μια κατάσταση έκπτωσης των νοητικών λειτουργιών. Εξίσου σημαντικό βήμα με τη διάγνωση είναι η τεκμηρίωση της αιτίας, δηλαδή της συγκεκριμένης νόσου (πάθησης) που οδήγησε στην άνοια. Εδώ πολύ σημαντικός είναι ο ρόλος της απεικόνισης του εγκεφάλου, ώστε ο νευρολόγος –σε συνεργασία με τον ακτινολόγο– να αναζητήσει τα χαρακτηριστικά ευρήματα για κάθε τύπο άνοιας. Έτσι, ενώ είναι γνωστό ότι η νόσος Alzheimer οδηγεί σε ατροφία στον εγκέφαλο, αυτή –στα αρχικά τουλάχιστον στάδια– επικεντρώνεται σε συγκεκριμένες περιοχές, διαφορετικές από ό,τι, για παράδειγμα, στη μετωποκροταφική άνοια. Εξάλλου, αν τα αίτια της άνοιας είναι αγγειακά, τότε θα αποκαλυφθούν στον εγκέφαλο μεγάλες ή μικρές βλάβες λόγω απόφραξης αγγείων (αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια). Παράλληλα, η απεικόνιση δίνει στον ειδικό τη δυνατότητα να βεβαιωθεί ότι δεν υπάρχει κάποια νόσος που αντιμετωπίζεται χειρουργικά, όπως ένας όγκος ή υδροκέφαλος φυσιολογικής πίεσης.
Οι συνηθέστερες απεικονιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούμε είναι οι εξής:
- Αξονική τομογραφία: Σχετικά φθηνή εξέταση, που γίνεται γρήγορα, ο ασθενής ωστόσο δέχεται ακτινοβολία. Χρησιμοποιεί παρόμοια τεχνική με τις απλές ακτινογραφίες, ωστόσο οι εικόνες που δίνει είναι λεπτές τομές («φέτες») του κεφαλιού στις οποίες φαίνεται η ανατομία του εγκεφάλου. Η χορήγηση ειδικού σκιαγραφικού κατά την εξέταση δίνει επιπλέον πληροφορίες.
- Μαγνητική τομογραφία: Ακριβότερη εξέταση. Χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να γίνει (γύρω στα 20-30 λεπτά) και απαιτεί περισσότερη συνεργασία από τον ασθενή, που πρέπει να μείνει ακίνητος για αυτό το διάστημα. Ο ασθενής δεν ακτινοβολείται, όμως η εξέταση γίνεται μέσα σε έναν μεγάλο και πολύ ισχυρό μαγνήτη και όσα άτομα έχουν κάτι μεταλλικό στο σώμα τους ενδέχεται να μην μπορούν να υποβληθούν σε αυτή τη μέθοδο (π.χ. κάποιοι βηματοδότες και ορθοπαιδικά υλικά είναι συμβατά με το μαγνήτη και κάποια όχι· η ασφαλέστερη τακτική είναι να ερωτηθεί ο γιατρός που τα τοποθέτησε). Η χορήγηση σκιαγραφικού και εδώ σε ορισμένες περιπτώσεις δίνει πληρέστερη εικόνα.
- Σπινθηρογράφημα εγκεφάλου: Σε αυτή την εξέταση χορηγείται στον ασθενή ένα ραδιοφάρμακο το οποίο συγκεντρώνεται σε συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου και την ακτινοβολία που εκπέμπει τη συλλαμβάνει ένας ανιχνευτής. Ανάλογα με την τεχνική και το χρησιμοποιούμενο ραδιοφάρμακο, μπορούμε:
- να χαρτογραφήσουμε την αιμάτωση του εγκεφάλου, δηλαδή πόσο αίμα δέχεται κάθε περιοχή. Επειδή σε μια περιοχή που υπολειτουργεί η αιμάτωση ελαττώνεται πριν ακόμη η περιοχή αυτή φανεί ατροφική στην αξονική ή μαγνητική τομογραφία, το σπινθηρογράφημα με HMPAO, όπως λέγεται, είναι χρήσιμο αν με τις υπόλοιπες μεθόδους δεν είμαστε σίγουροι για τη διάγνωση, όπως π.χ. στα αρχικά στάδια
- να μελετήσουμε τη λειτουργία μιας περιοχής του εγκεφάλου που ονομάζεται βασικά γάγγλια και που είναι σημαντική όταν υποπτευόμαστε παρκινσονισμό. Η εξέταση τότε λέγεται DATscan
- να απεικονίσουμε την παθολογική πρωτεΐνη που συσσωρεύεται στον εγκέφαλο στη νόσο Alzheimer (το β-αμυλοειδές) με τη χρήση μιας μεθόδου που ονομάζεται ποζιτρονιακή τομογραφία (PET).
Όποια και αν είναι η απεικονιστική μέθοδος που θα επιλέξει ο νευρολόγος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η άνοια προϋποθέτει νοητική έκπτωση και συνεπώς από μια εικόνα του εγκεφάλου δεν πρέπει ποτέ να γίνεται διάγνωση. Η απεικόνιση, όσο εντυπωσιακά και αν είναι τα αποτελέσματά της, συμπληρώνει και βοηθά, αλλά ουδέποτε υποκαθιστά την κλινική διαγνωστική σκέψη.